Α. Από την ίδρυσή του το νεοελληνικό κράτος, και πιο αποφασιστικά μετά την έξωση του Όθωνα, προσανατολίστηκε στην Δύση. Και ορθά, διότι οι δυτικές κοινωνίες βρίσκονταν στην αιχμή της οικονομικής προόδου, της κοινωνικής πρωτοπορίας και της πολιτισμικής εξέλιξης σε παγκόσμιο επίπεδο, έχοντας ως μήτρα τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Μπορεί συνοπτικά να ειπωθεί ότι η ίδια η ελληνική ανεξαρτησία και η σταδιακή γεωγραφική της επέκταση ήταν αποτέλεσμα της δυτικής πλημμυρίδας ισχύος στην καθ’ ημάς βαλκανική ή οθωμανική Ανατολή.
Ο δυτικός προσανατολισμός υλοποιούνταν αποφασιστικά από φιλόδοξες και εξωστρεφείς ηγεσίες που συμπυκνώνονται στα ονόματα του Χαριλάου Τρικούπη, του Ελευθερίου Βενιζέλου, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του Γεωργίου Παπανδρέου, του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Σημίτη.
Οι πολιτικές δυνάμεις και οι ηγέτιδες ομάδες που τους υποστήριξαν μετέφεραν στην Ελλάδα το οικονομικό μοντέλο, την πολιτειακή συγκρότηση, τους κοινωνικούς θεσμούς και το ιδεολογικό πρότυπο της Δύσης. Εθνικός στόχος ήταν η συγκρότηση ενός αξιόλογου δυτικοστραφούς κράτους, ιδίως μετά την συνθήκη της Λωζάννης.
Από τον 20ό αιώνα, ο κοινοβουλευτικός βίος κυριαρχούνταν από τις εναλλασσόμενες πολιτικές παρατάξεις του βενιζελογενούς πολιτικού κέντρου και του συντηρητικού κόμματος. Η Αριστερά περιορίστηκε μετεμφυλιακά σε περίπου μονοψήφια ποσοστά και οι ψυχροπολεμικές συνθήκες πίεζαν για την ελαχιστοποίηση της επιρροής της.
Β. Η οικονομική κρίση του 2008 οδήγησε σε κατάρρευση το αδιέξοδο οικονομικό μοντέλο της χώρας και σε μερική αναδόμηση του πολιτικού σκηνικού. Το κραταιό κόμμα του ΠαΣοΚ υπέστη σταδιακή εκλογική συντριβή. Ως πολιτικό κέντρο και κεντροαριστερά, το κόμμα αυτό κυβέρνησε από το 1981 έως το 2011 με δύο διαλείμματα τριετούς και πενταετούς αντίστοιχα διακυβέρνησης από την Νέα Δημοκρατία.
Συνοπτικά, ο πολιτικός χώρος του Πα.Σο.Κ αποκατέστησε πολιτικά και ανέδειξε κοινωνικά σημαντικές πληθυσμιακές ομάδες που εξωθούνταν για δεκαετίες από τον δημόσιο χώρο. Συγκράτησε και ενσωμάτωσε για πρώτη φορά στην νεοελληνική πραγματικότητα τους ζωτικούς πολίτες, που παλαιότερα μετανάστευαν στο εξωτερικό ή ήταν θύματα των πολεμικών συγκρούσεων και των αναταραχών του τόπου. Δημιούργησε μεσαία τάξη και ευμεγέθη δημόσιο τομέα, αστικοποιώντας τους μετανάστες της επαρχίας, μεταπολιτευτικά.
Με την οικονομική κρίση και την καθημαγή της εύθραυστης μεσαίας τάξης, ήρθε και η κατάρρευση του εξισσοροποιητικού πολιτικού κέντρου, ως αναπόφευκτη αντανάκλαση. Η πολιτική τάξη της χώρας ηττήθηκε, καθώς δεν παρουσίασε συνολικό εθνικό σχέδιο εξόδου από την σοβούσα κρίση οικονομίας και θεσμών. Η κρίση είχε διεθνείς διαστάσεις, κυρίως λόγω της συμμετοχής στην Ευρωζώνη.
Η πόλωση του πολιτικού σκηνικού ήταν αναπόφευκτη, λόγω των οδυνηρών οικονομικών και θεσμικών τομών. Τα μέτρα επιβλήθηκαν από τον διεθνή παράγοντα εξωγενώς και βεβιασμένα, ενώ θα έπρεπε στην πλειοψηφία τους να είχαν θεσμοθετηθεί υπό ομαλές συνθήκες, για να προληφθεί η όξυνσή τους. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ασφαλιστικού και της τύχης που είχε η πρόταση Γιαννίτση το 2001.
Τα πολιτικά αδιέξοδα έπληξαν και τον συντηρητικό κομματικό χώρο με την δημιουργία του Λα.Ο.Σ., των Ανεξάρτητων Ελλήνων και της Χρυσής Αυγής. Το εκλογικό τους σώμα απορροφήθηκε από την Νέα Δημοκρατία έως τις εκλογές του 2019, ως ενδογενείς τάσεις της συντηρητικότερης απόχρωσης,.
Αντίστοιχα, η πλειοψηφία των υποστηρικτών του πολιτικού κέντρου μεταφέρθηκε στο κόμμα του Συνασπισμού της Αριστεράς, δημιουργώντας συνθήκες κυβερνησιμότητας και δικαιολογημένης πολιτικής αντίστασης, υπό ηγεσία νέας γενιάς. Οι πολιτικές εκδοχές αυτές, ωστόσο, ηττήθηκαν στον πυρήνα τους το πρώτο εξάμηνο του 2015, παρά την ισχυρότατη λαϊκή υποστήριξη, που επαναλήφθηκε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους.
Γ. Ο δυτικός προσανατολισμός της χώρας, γεωπολιτικός και άλλος, επιβεβαιώθηκε, αν και με οδυνηρές μνήμες οικονομικής επιβολής, που θα μας πλήττουν για γενιές. Η ευκαιριακή αναζήτηση “άλλων λιμανιών”, όπως ειπώθηκε από την Αγία Πετρούπολη, είχε προφανώς διαπραγματευτικό χαρακτήρα.
Παρά τους ισχυρότατους κλυδωνισμούς στην δεκαετία της οικονομικής κρίσης, οι θεσμοί της αστικής δημοκρατίας και ο κοινοβουλευτισμός άντεξαν φανερά. Τώρα αναζητούν περαιτέρω διάπλαση και εκσυγχρονισμό.
Η οικονομική ομαλότητα και ανάπτυξη, παρά την οπισθοδρόμηση με την πανδημία του κορονοϊού, είναι αναπόφευκτη, και για λόγους οικονομικού κύκλου. Η αναπτυξιακή προοπτική μοιάζει με συμπιεσμένο ελατήριο που δεν έχει άλλη διαδρομή από την άνοδο. Αυτό προοιωνίζουν η ολοκλήρωση των υποδομών της χώρας, η πτώση των αξιών και του κόστους εργασίας, σε συνδυασμό με την χρόνια ύφεση. Τα διαθέσιμα διεθνή κεφάλαια από το Ταμείο Ανάπτυξης και το ΕΣΠΑ, ενδυναμώνουν τις αναμονές. Μαζί, προσδοκάται και η οικονομική αποκατάσταση της μεσαίας τάξης, που θα αντανακλά πολιτικά στο κέντρο.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εξήγγειλε τον Αύγουστο του 2018 την έξοδο από τα μνημόνια. Δεν παρουσίασε ταυτόχρονα κάποιο συνολικό πολιτικό σχέδιο διακυβέρνησης υπό συνθήκες αυτόνομης πορείας, ερήμην της τρόικας. Δεν ενέπνευσε μία πρόταση οικονομικής αναδόμησης και κοινωνικής ανάταξης υπό συνθήκες φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας και πολιτικής ισορροπίας. Δεν κατάρτησε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που θα συνεισέφερε ισοσκελώς αφενός στην πρόοδο και αφετέρου στην αναδιανεμητική πολιτική προς τους ασθενέστερους. Αυτός ήταν ο πολιτικός λόγος της απρόσμενης ήττας του κόμματος τον Ιούλιο του 2019, κατά την άποψη του γράφοντος. Το εκλογικό σώμα αντελήφθη ότι η επανάληψη μόνο της επιδοματικής πολιτικής θα ήταν αδιέξοδη για την χώρα, δεδομένων των εμπειριών του 2009. Συνολικά, οραματική πολιτική δεν διαγράφονταν ξεκάθαρα.
Δ. Η τελευταία κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, με ανανεωμένη ηγεσία αγωνιά να εισχωρήσει επίσης στο πολιτικό κέντρο. Το αποπειράται με κινήσεις συμβολισμού περισσότερο παρά ουσίας, δεδομένης και της σύνθεσης του υπουργικού της συμβουλίου. Γνωρίζει, προφανώς, ότι η κυριαρχία στο πολιτικό σύστημα σχετίζεται με την επιρροή στον χώρο αυτό. Η επίκληση του κέντρου δημιουργεί ταυτόχρονα συνθήκες πολιτικής νομιμοποίησης, για λόγους εξισορροπητικούς και για λόγους ευνοϊκής ιστορικής μνήμης. Ο φωτισμός των υπαρκτών άκρων αποφεύγεται, ως πολιτικά επισφαλής.
Είναι προφανές ότι το πολιτικό διακύβευμα του κέντρου εξασφαλίζει πολιτική κυριαρχία και νομιμοποίηση. Για τον λόγο αυτό, ο αντιπολιτευόμενος ΣΥΡΙΖΑ τροποποίησε καταστατικά την ονομασία του με την προσθήκη “Προοδευτική Συμμαχία“, έχοντας παρόμοια στόχευση με την κυβέρνηση.
Πολιτικό κέντρο, δηλαδή. Όποιος κομματικός σχηματισμός επιτύχει να έλξει εκλογικά την ανασυγκροτούμενη μεσαία τάξη και τον κεντρώο χώρο και λόγο, αυτός θα δημιουργήσει συνθήκες μακροχρόνιας πολιτικής επικράτησης. Διότι όσο θα αμβλύνονται οι συνέπειες της παρελθούσας κρίσης και όσο θα ανακάμπτει αναπτυξιακά η χώρα, τόσο οι ανάγκες ομαλότητας, ισορροπίας και αναδιανομής θα μπορούν να υπαγορεύουν κεντρώες πολιτικές.
Η σημειολογία των όρων πιθανά θα διαφέρει, τιτλοφορούμενη ως κεντρώα, κεντροαριστερή ή κεντροδεξιά, φιλελεύθερη ή προοδευτική αλλά στην ουσία θα πρόκειται περί του συναφούς. Διεξάγεται αγώνας δρόμου, στο ποιος θα προλάβει να κυβερνήσει πάνω στο κύμα της αναμενόμενης ευημερίας και ανάπτυξης.
Ως νέα παράμετρος διεκδίκησης και ηγεμόνευσης του κέντρου έρχεται η ανανεωμένη ηγεσία του ΠαΣοΚ, που δεν έχει πλέον ενοχές με την ονομασία του. Η λαϊκή ανάδειξη της ηγεσίας υπήρξε πλατιά. Έδωσε ξεκάθαρη εντολή αποπεριθωριοποίησης. Άφησε πίσω στελεχικό δυναμικό με παρελθόν, φορτισμένο λόγω της κρίσης, που ωστόσο εγκατέστησε ακλόνητους και διαυγείς κοινωνικούς θεσμούς.
Ε. Η νέα ηγεσία του παλαιόθεν κεντρώου ΠαΣοΚ οφείλει να συντονίζεται με τα δυτικά πρότυπα της χώρας. Με την σοσιαλδημοκρατική επικράτηση στη Γερμανία και τις Ιβηρικές χώρες και με τις νεοκεϋνσιανές πολιτικές του δημοκρατικού Προέδρου των ΗΠΑ. Αυτές που θεραπεύουν με δημόσιες επιλογές τις συνέπειες παγκοσμιοποιημένων φαινομένων. Μετά την οικονομική κρίση και την πανδημία του κορονοϊού, φάνηκε η αναγκαιότητα της προστασίας των πολιτών από τους δημόσιους θεσμούς, τους κοινωνικούς φορείς. Ιδίως στην υγεία και στην κοινωνική πρόνοια.
Η πεμπτουσία της πολιτικής επιτυχίας είναι η ισόρροπη ανάπτυξη στα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου η Ελλάδα είναι μέλος, από το 1981. Ωστόσο, υστερεί στο κατά κεφαλήν εισόδημα, ακόμα και σε σχέση με τους οψιγενείς εταίρους μας, πλην τριών της βαλκανικής γειτονιάς.
Οι κεντρώες πολιτικές, στην παγκοσμιοποιημένη τους εκδοχή, ήδη εστιάζουν στην προστασία της ποιότητας της Δημοκρατίας, στην ενίσχυση των κοινωνικών θεσμών, στην αναδιανομή του παγκοσμιοποιημένου κοινού αγαθού και στην προστασία του περιβάλλοντος.
Τα παραπάνω είναι η αναπόφευκτη πολιτική απάντηση, μετά την νεοφιλελεύθερη έκρηξη. Τούτο διότι πάντα η ισότητα ακολουθεί κατά πόδα την ελευθερία και η δεύτερη είναι ατελέστατη χωρίς την πρώτη.
Στη χώρα μας τώρα, διαγκωνίζονται για τον κεντρώο πολιτικό χώρο, χωρίς την ίδια αυθεντικότητα, η κυβέρνηση καθώς και το δεύτερο και το τρίτο κόμμα της αντιπολίτευσης. Η κυβέρνηση επιχειρεί τον ηλεκτρονικό εκσυχρονισμό της χώρας με δάνειο προσωπικό καθώς και μια ενεργή δυτικοστραφή εξωτερική πολιτική. Ο εκσυγχρονισμός επιβάλλεται και σε άλλους τομείς της δημόσιας σφαίρας, προσμετρώντας τα πολιτιστικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά, τις εμπειρίες και το στάδιο ανάπτυξης της χώρας.
Τελικά, η πρόκληση του πολιτικού κέντρου έχει ως ακολούθως: Ποιος θα συντονίσει με ευστοχία και αυθεντικότητα τις δημόσιες αναπτυξιακές και αναδιανεμητικές πολιτικές εκσυγχρονισμού της αστικής μας δημοκρατίας, στα πρότυπα των πιο προηγμένων εταιρικών μας κοινωνιών; Αυτό είναι το σημερινό πολιτικό στοίχημα, που οδηγεί στην νίκη.
Για τα δύο πρώτα κόμματα της αντιπολίτευσης δύο είναι τα ενδεχόμενα: Είτε θα συγκλίνουν στο κέντρο με πολιτικές και δράσεις που θα το καταλαμβάνουν αποφασιστικά και θα συντονίζουν επαρκώς την χώρα με το παγκόσμιο γίγνεσθαι, είτε θα αφήσουν χώρο μακροχρόνιας κυριαρχίας στην κυβέρνηση. Η θεσμικά αποδομητική λογική πρέπει να μετουσιωθεί σε δημιουργική, προοδευτική και ουσιωδώς φιλολαϊκή πράξη.
Οι επόμενες εκλογές θα δείξουν το μέγεθος της επιτυχίας τους. Σε αυτές όλα είναι πιθανά. Ιστορικά, ωστόσο, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι για μισό περίπου αιώνα, από το 1935 έως το 1981, το πολιτικό κέντρο κυβέρνησε μόλις τριάμιση χρόνια. Δύο με τον Πλαστήρα και ενάμιση με τον Γεώργιο Παπανδρέου.
Η αδυναμία του πολιτικού κέντρου ως κομματικού σχηματισμού είναι αδυναμία του κοινοβουλευτισμού, του πατριωτισμού και της θεσμικής μνήμης ενός βασικού πυλώνα της Δημοκρατίας μας.
*Ο Νίκος Κ. Σκουλάς είναι δικηγόρος και περιφερειακός σύμβουλος Κρήτης