Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ.
Στην Κρήτη, είναι γνωστό, ότι δεν ισχύει το τεκμήριο ιδιοκτησίας υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου για τα ακίνητα που έχουν χαρακτηριστεί δασικά (άρθρο. 62 του ν. 998/1979). Αυτό σημαίνει, αφενός ότι το Δημόσιο θεωρεί ιδιοκτησία του κάθε δάσος και δασική έκταση. Αφετέρου, ότι κάθε φυσικό πρόσωπο ή οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, μπορεί να ανταποδείξει ισοσθενώς την κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμά του επί δασικών εκτάσεων με τίτλο ιδιοκτησίας ή με δικαστική απόφαση.
Το Ελληνικό Δημόσιο, διεκδικεί ως ιδιοκτήτης με τον ως άνω κανόνα δικαίου, κάθε δασική έκταση στην Κρήτη. Τούτο, ιδίως μετά την ανάρτηση των δασικών χαρτών, τον Φεβρουάριο του 2021 και μετά την πάροδο της προθεσμίας ενστάσεων για την αμφισβήτησή τους, τον Ιούλιο του 2022.
Αντίστοιχα, οι ιδιώτες ή οι υπόλοιποι δημόσιοι φορείς, δηλαδή τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) δηλαδή Δήμοι, Περιφέρεια, Εκκλησία της Κρήτης, Μονές, Πανεπιστημιακά Ιδρύματα κ.α. μπορούν να ανταποδείξουν την ιδιοκτησία τους σε δασικές εκτάσεις που νέμονται και κατέχουν παλαιόθεν είτε με τίτλους (συμβόλαια, δικαστικές αποφάσεις, παραχωρητήρια κλπ.) είτε με δικαστικό αγώνα που θα αποδείξει τα δικαιώματά τους.
Β. ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ.
Είναι γεγονός, ότι η απουσία Κτηματολογίου και νομικής τάξης στο παρελθόν, δυσκολεύει τώρα την νομική θέση των ΝΠΔΔ και των ιδιωτών, αναφορικά με πολύ μεγάλες εκτάσεις αμφισβητούμενης ιδιοκτησίας, που πλέον διεκδικεί το Δημόσιο.
Επισημαίνεται, ότι ιδιαίτερα στην Κρήτη με την ξεχωριστή ιστορία που οδήγησε στην Ένωση με την Ελλάδα, έχουμε την ισχύ του οθωμανικού δικαίου έως το 1898, του δικαίου της Κρητικής Πολιτείας ως το 1913 και του ελληνικού δικαίου έκτοτε. Τα τρία δικαιικά συστήματα, εμπεριείχαν αποκλίνουσες διατάξεις για τα δημόσια ακίνητα, για τον τρόπο κτήσης κυριότητας τους και για το καθεστώς των δασικών εκτάσεων. Οι διαδοχικές έννομες τάξεις, συνθέτουν ένα ιδιαίτερο νομικό πλέγμα διατάξεων στην Κρήτη, διαφορετικό από το ισχύον στην υπόλοιπη επικράτεια. Ενδεικτικά απαριθμούμε τον οθωμανικό νόμο περί γαιών του 1856, την δυνατότητα κτήσεως δημοσίου ακινήτου με χρησικτησία δυνάμει των διατάξεων του Κρητικού Αστικού Κώδικα του 1904 που ίσχυσαν αναδρομικά από το 1889 έως και το 1915 και τον νόμο 2074/1920 που παραχωρούσε στους Δήμους και τις Κοινότητες των Νέων Χωρών τα αφημένα στην κοινή χρήση ακίνητα του οθωμανικού νόμου του 1856.
Δυνάμει αυτών ιδίως των διατάξεων, ιδιώτες και Ν.Π.Δ.Δ., ιδίως οι Δήμοι και η Εκκλησία, έχουν αποκτήσει κυριότητα σε ακίνητα της Κρήτης, που δεν υπήρχε νομική οδός να κτηθούν παρομοίως στην λοιπή επικράτεια.
Μέχρι το έτος 1956, το Δημόσιο, δια μέσου των τοπικών Δασικών Αρχών, ουδέποτε αξίωσε οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα επί των δασών και των δασικών εκτάσεων της Κρήτης. Αντιθέτως, αποδέχθηκε την κατάσταση η οποία είχε δημιουργηθεί από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Περιορίστηκε απλά στο να ασκεί δασική πολιτική και να επιτηρεί τα δασοκτήματα θεωρώντας τα ότι ανήκουν σε ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα.
Την περίοδο από το 1915 έως το 1957, τα δασικού χαρακτήρα εδάφη της Κρήτης διαχειρίζονταν ως ιδιωτικά, γεγονός που αναγνωρίζεται και από τις πράξεις της Διοίκησης στο εν λόγω χρονικό διάστημα. Η αναφορά της Γενικής Διεύθυνσης Δασών Κρήτης (9663/5642/15-07-1924) κάνει λόγο ότι, τα Δάση της Κρήτης θεωρούνται και διαχειρίζονται ως ιδιωτικά. Με την υπ. αριθμ. 2005/2-1-1956 αναφορά, ο δασάρχης Ηρακλείου αναφέρει ότι τα δάση της Κρήτης δεν λαμβάνεται υπόψη ότι αποτελούν δημόσια ιδιοκτησία και ότι καταγράφονται ότι ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
Στην συνέχεια, με την υπ ́ αριθ. 51098/434/1957 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, νομοθετήθηκαν τα αντίθετα από τα παραπάνω. Έτσι, τα κατεχόμενα από ιδιώτες, Κοινότητες ή Μονές δάση της Κρήτης χαρακτηρίστηκαν ως «διακατεχόμενα»
Ο ιδιότυπος θεσμός της “διακατοχής” των εν Κρήτη δασικών ή άλλων εκτάσεων είναι άλλη μία εμβαλωματική νομική διατύπωση του Κράτους. Τούτο, ενόψει της δυσχερούς νομικής και πολιτικής λύσης του θέματος που συνεχώς αναβάλλονταν, εκ μέρους της Πολιτείας.
Αυτός ο επισφαλής χαρακτηρισμός της διακατοχής, στην πράξη επαναδιατύπωσε μεταπολεμικά την διεκδίκηση του Ελληνικού Δημοσίου. Αυτή, που ήρθε να επιστεγάσει μεταγενέστερα η διάταξη του αρ. 62 του ν. 998/1979.
Στο μεταξύ, η έλλειψη Κτηματολογίου και Δασολογίου είχε δημιουργήσει πάγιες καταστάσεις με εκχερσωμένες εκτάσεις, επιδοτούμενες, καλλιεργούμενες, νεμόμενες και κατεχόμενες διανοία κυρίου για δεκαετίες από ιδιώτες, επιχειρηματίες, αγρότες και κτηνοτρόφους.
Η ίδια κατάσταση ισχύει σε εκτεταμένες ιδιοκτησίες, ιδίως ορεινές και ημιορεινές, που οι Δήμοι, η Εκκλησία Κρήτης και οι Μονές τις νέμονται διανοία κυρίου και θεωρούν ότι τους ανήκουν, αλλά δεν έχουν τίτλους ιδιοκτησίας.
Μετά την ανάρτηση των δασικών χαρτών, ο νόμος είτε θα ανέτρεπε τις παγιωμένες καταστάσεις στην Κρήτη, είτε θα τις αναγνώριζε διαφυλάττοντας ωστόσο, τον πυρήνα της νομιμότητας.
Γ. Η ΛΥΣΗ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΙΔΙΩΤΕΣ.
Απέναντι στο θέμα αυτό, ως δικηγόρος και περιφερειακός σύμβουλος Κρήτης, τοποθετήθηκα δημόσια με αρθρογραφία τον Μάρτιο του 2021. Στο άρθρο μου με τίτλο «Δασικοί χάρτες- Πρόταση επίλυσης του ιδιοκτησιακού θέματος στην Κρήτη», κατέληγα στο συμπέρασμα:
«Κατά την άποψή μας, η Ελληνική Πολιτεία πρέπει να νομοθετήσει την παραχώρηση των ιδιοκτησιών της στους κατέχοντες ακτήμονες και ιδιώτες. Να το κάνει με κριτήρια που αποτυπώνουν την πραγματικότητα μεν, αλλά όχι καταχρηστικά. Κυρίως με εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια, ισότητας και δικαιοσύνης. Να ληφθούν υπόψιν ως κριτήρια παραχώρησης, το χωροταξικό σχέδιο κάθε περιφέρειας, το περιβάλλον, η βιοποικιλότητα και το τοπίο.
Συμπερασματικά, το κράτος πρέπει να δεσμευτεί πολιτικά και να νομοθετήσει την κατά κυριότητα παραχώρηση και την μακροχρόνια μίσθωση των ακινήτων του στους καλλιεργητές, στους κτηνοτρόφους και στους επιχειρηματίες, οι οποίοι τα κατέχουν μακροχρόνια και το αποδεικνύουν νομίμως.
Οι ίδιοι οι ωφελούμενοι πολίτες ως φορολογούμενοι και ως εργαζόμενοι θα σηκώσουν το βάρος της ανάπτυξης της χώρας. Η Πολιτεία οφείλει να νομοθετήσει με όρους κοινωνικού και αναπτυξιακού προσανατολισμού που θα επιμερίσουν δίκαια την ωφέλεια. Έτσι, θα διαφυλαχθεί ο πυρήνας της νομιμότητας ταυτόχρονα με μία σπουδαία κοινωνικοπολιτική τομή.»
Την επεξεργασμένη αυτή άποψή, που ανευρίσκεται στον ιστότοπο μου (site: www.nikosskoulas.gr), εισηγήθηκα ως δημόσια πολιτική στην Περιφέρεια Κρήτης.
Η θέση αυτή, ψηφίστηκε και υιοθετήθηκε από το Περιφερειακό Συμβούλιο Κρήτης, τον Μάρτιο του 2021. Απεστάλη ως πολιτική θέση στην Κυβέρνηση. Προσωπικά, δέχτηκα πρόταση συμβολής στην επεξεργασία της, την οποία αποδέχθηκα ασμένως, για το κοινό καλό.
Την ίδια θέση υποστήριξα και υπέβαλλα, ως νομικός και μέλος της αρμόδιας επιτροπής του Υπουργείου, κατόπιν πρόσκλησης του αρμοδίου Υπουργού. Η θέση αυτή, υιοθετήθηκε και από την Κυβέρνηση.
Ήδη σήμερα, βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση και έπεται επεξεργασία το σχετικό νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών.
Η πρότασή μου αυτή, αναμένεται να ψηφιστεί ως νόμος του Κράτους τις επόμενες εβδομάδες. Σύμφωνα με το σχέδιο, θα παραχωρούνται ακίνητα που νέμονται και κατέχουν ιδιώτες από δεκαετίες και το αποδεικνύουν. Κάθε ιδιώτης θα έχει δικαίωμα εξαγοράς για ένα ακίνητο εκτός οικισμού εκτάσεως έως 10 στρεμμάτων και ένα άρτιο οικόπεδο εντός οικισμού ή σχεδίου πόλεως. Το τίμημα, θα κυμαίνεται σε ποσοστό τουλάχιστον 20% της αντικειμενικής αξίας, λαμβάνοντας υπόψιν κοινωνικά κριτήρια. Η εξόφληση θα μπορεί να γίνεται με δόσεις.
Συνεπώς, με τον τρόπο αυτό, επιλύεται μερικώς το θέμα, όσον αφορά τους ιδιώτες που κατέχουν και διεκδικούν ακίνητα χωρίς τίτλο, έναντι του Δημοσίου.
Δ. ΟΙ ΛΥΣΕΙΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ.
Οξύ αναφαίνεται και το πρόβλημα των εκτεταμένων ιδιοκτησιών που οι Δήμοι και η Εκκλησία κυρίως, νέμονται και κατέχουν στην Κρήτη, χωρίς τίτλο ιδιοκτησίας. Η δυνατότητα υποβολής ενστάσεων στους δασικούς χάρτες, κόστιζε ιδιαίτερα καθότι αφορά εκτάσεις δεκάδων χιλιάδων στρεμμάτων. Έτσι, δια της παρόδου των προθεσμιών, το Ελληνικό Δημόσιο φέρεται ιδιοκτήτης Δασών και Δασικών Εκτάσεων, των οποίων η φύση δεν αμφισβητήθηκε με ενστάσεις στους Δασικούς Χάρτες και εγγραφές στο Κτηματολόγιο.
Δήμοι της Κρήτης με διοικητική συνέχεια από τις πρώτες αυτοδιοικητικές εκλογές του 1879, (σύμφωνα με την Σύμβαση της Χαλέπας), έχουν περισσότερα νομικά επιχειρήματα για την κυριότητά τους, επί εκτάσεων που νέμονται και κατέχουν αδιάλειπτα και ανεπίληπτα, έκτοτε.
Το Ελληνικό Δημόσιο, μέσω του προσεχούς προγράμματος «Σχεδίων Διαχείρισης Βοσκοτόπων», θα έρθει σύντομα να νομιμοποιήσει τις διεκδικήσεις του ως ισοσθενώς τεκμαιρόμενος ιδιοκτήτης των δασικών εκτάσεων, ιδίως στους ορεινούς όγκους της Κρήτης. Τούτο, ακόμα και αν εκχωρήσει μερική συνδιαχείριση αυτών στους Δήμους.
Εξ άλλου το Δασαρχείο, ως βραχίων του Δημοσίου, εισπράττει εσχάτως χρήματα από ιδιώτες ποιμένες, ως «αντάλλαγμα για το δικαίωμα χρήσης γης» βοσκοτόπων. Αυτό συμβαίνει, κάθε φορά που οι νέοι κτηνοτρόφοι υποβάλλουν για έγκριση χρηματοδοτούμενα σχέδια εγκατάστασης μάντρας ελεύθερης εκτροφής.
Συνεπώς, κάθε Δήμος της Κρήτης που έχει την βούληση ή την δύναμη απόδειξης της κυριότητάς του επί δημοτικής δασικής έκτασης, δεν διαθέτει άλλη λύση από την δικαστική αναγνώριση αυτής, με προσφυγή στην Δικαιοσύνη. Ορισμένα Δημοτικά Συμβούλια της Κρήτης, έχουν λάβει ήδη τις σχετικές αποφάσεις, μετά τις ακριβείς τοπογραφήσεις των εκτάσεων, όπου εγείρουν εμπράγματα δικαιώματα.
Τα ίδια προφανώς δικαιώματα, έχουν και οι Μονές ή οι Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Κρήτης καθώς και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) στο νησί.
Ωστόσο, λόγω του ιδιαίτερου νομικού χαρακτήρα των δασών στην Κρήτη, υπάρχει και η δυνατότητα νομοθετικής ρύθμισης που να αποκαθιστά την ιδιοκτησία των ΝΠΔΔ, στις συχνότατες περιπτώσεις που δεν υπάρχει τίτλος ιδιοκτησίας. Νομικές προϋποθέσεις υπάρχουν, δεδομένης της περιορισμένης νομικής τεκμηρίωσης του Ελληνικού Δημοσίου επί των δασικών εκτάσεων έναντι των ΟΤΑ της Κρήτης, ιδίως μετά τον ν. 2074/1920. Το ίδιο ομολογείται και με μεταγενέστερα νομοθετήματα, έγγραφα και εγκυκλίους.
Η νομοθετική πρωτοβουλία για αποκατάσταση των ιδιοκτησιών των ΝΠΔΔ στην Κρήτη, προϋποθέτει την συγκεκριμενοποίηση και την σαφή αποτύπωσή τους. Επίσης, την συνακόλουθη δικαστική ή διοικητική αμφισβήτηση ενός εκάστου, έναντι της φερόμενης ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου.
Συνοπτικά, ακόμα και η πολιτική λύση της νομοθετικής αναγνώρισης των ιδιοκτησιών των Ν.Π.Δ.Δ. στην Κρήτη, προϋποθέτει την αποτύπωση και την δικαστική ή διοικητική διεκδίκηση της κυριότητας από τους επιμελείς ιδιοκτήτες φορείς.
Μετά την ενεργοποίηση, ιδίως των «Σχεδίων Διαχείρισης Βοσκοτόπων», που θα καταστούν υποχρεωτικά έως το 2025, η αναγνώριση της ιδιοκτησίας του Δημοσίου, θα επέλθει έμμεσα. Τούτο διότι, ο νόμος θα υποχρεώνει τους ΟΤΑ να συμπράττουν σε αυτό τον σχεδιασμό μαζί με την Περιφέρεια και το Δημόσιο.
Συνεπώς, τα χρονικά περιθώρια δραστηριοποίησης των επιμελών ιδιοκτητών, Δήμων και Εκκλησίας ιδίως, ελαχιστοποιούνται.
Ηράκλειο, 8 Φεβρουαρίου 2023
Νίκος Κ. Σκουλάς
Δικηγόρος – Αντιπεριφερειάρχης Τεχνικών Έργων Περιφέρειας Κρήτης.
www.nikosskoulas.gr